h1

How we found the holly grail (in greek)

August 1, 2006

Αυτή η ιστορία θα είναι στα ελληνικά, ελπίζω να μη σας πειράζει. Σε αντίθεση με το τί λέει ο τίτλος, η ιστορία δεν έχει καμία σχέση με το Άγιο Δισκοπότηρο, το έβαλα απλώς για να εντυπωσιάσω το κοινό μου. Στην πραγματικότητα, η ιστορία αυτή δείχνει πόσο πολύ συνδέομαι με τη θάλασσα και το υγρό στοιχείο.

Το όλο ζήτημα έχει να κάνει με τον τόπο γενήσεώς μου. Πολλοί πιστέυουν ότι γενήθηκα στη Σαντορίνη, επειδή παλιότερα διέδιδα αυτό το ψέμα. Η ταυτότητα κι όλα τα επίσημα έγραφα λένε πως γενήθηκα στην Αθήνα, σε κάποια κλινική. Άν κανείς με ρωτήσει να του εξηγήσω που ακριβώς γενήθηκα, του λέω πως εκείνη την εποχή οι γονείς μου ζούσαν στη Σαντορίνη, αλλά επειδή δεν υπήρχε η κατάλληλη υποδομή, μετέφεραν τη μητέρα μου με ελικόπτερο μέχρι την Αθήνα. Κι αυτό είναι σχεδόν αλήθεια.

Όταν η μητέρα μου μπήκε στο ελικόπτερο που θα τη μετέφερε στην Αθήνα, θυμήθηκε ότι ξέχασε να πάρει μαζί της το αγαπημένο της γούρι. Πρόκειται για μία ελαφρόπετρα που ο πατέρας μου την είχε σκαλίσει δίνοντας της τη μορφή ψαριού. Ένα ψαράκι από ελαφρόπετρα. Η μητέρα μου κρατούσε, λέει, αυτό το ψαράκι στη χούφτα της καθ’ όλη τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και το είχε συνδέσει με το παιδί που περίμενε, δηλαδή εμένα.

Έτσι, γύρισε προς την πόρτα του ελικοπτέρου, βγήκε έξω, χωρίς να πει τίποτα σε κανέναν έτρεξε προς το σπίτι, πήρε το ψαράκι, το έβαλε στην φαρδιά τσέπη της ρόμπας της, προχώρησε προς το ελικόπτερο, ανέβηκε τα σκαλάκια υποβασταζόμενη (είχε κουραστεί τρέχοντας μέχρι το σπίτι), και τελικά μπήκε στο θάλαμο του ελικοπτέρου και ξάπλωσε στο κρεβάτι που είχαν ετοιμάσει οι νοσοκόμοι για πάρτη της (και μου). Αυτό που κανείς δεν πρόσεξε είναι πως το μικρό ψαράκι γλύστρησε από την τσέπη της μητέρας μου ακριβώς τη στιγμή που εκείνη έμπαινε ξανά στο ελικόπτερο, και σφίνωσε στο σημείο που κλείνει η ελικοπτερόπορτα. Το αποτέλεσμα ήταν η πόρτα του ελικοπτέρου να μην κλείσει καλά, κι επιπλέον το ψαράκι να γίνει θρύψαλα.

Λίγο αργότερα, εγώ, η μητέρα μου, δύο νοσοκόμοι και δύο χειριστές ελικοπτέρου ήμασταν στον αέρα. Απ’ ό,τι φαίνεται, το ελικόπτερο έκανε έναν ελιγμό, έγειρε πλάγια και κινήθηκε προς τα εμπρός. Από το τράνταγμα η πόρτα άνοιξε, και το κρεβάτι με τα ροδάκια κατρακύλησε προς τα έξω. Οι βλάκες οι νοσοκόμοι είχαν θυμηθεί να δέσουν τη μητέρα μου πάνω στο κρεβάτι, αλλά το ίδιο το κρεβάτι με τα ροδάκια το είχαν αφήσει να κινείται ελεύθερα μέσα στην καπνίνα του σκάφους. Τώρα ηταν πολύ εργά. Η μητέρα μου μ’ εμένα στα σπλάχνα της πέφταμε κατ’ ευθύαν στα γαλανά, αλλά παγωμένα (χειμώνας γαρ) νερά του Αιγαίου.

Η μάνα μου, λοιπόν, λέει πως καθώς έπεφτε, την έπιασαν οι πόνοι. Ξαφνικά σταμάτησε να ανυσηχεί για την πτώση και σκεφτόντανε πως δεν πρέπει να γενήσει το παιδί στον αέρα. Για κάποιο λόγο, της φάνηκε σωστότερο να με γεννήσει μέσα στη θάλασσα. Έτσι, προσπάθησε να κρατηθεί μέχρι να φτάσουμε στο νερό. Προκειμένου να πάρει κουράγιο, ψαχούλεψε την τσέπη της για το σκαλιστό ψαράκι από φελό. Όταν συνειδητοποίησε πως το ψαράκι έλειπε, πήγε να βγάλει μια κραυγή πόνου και απορίας. Όμως δεν πρόλαβε.

Εκείνη ακριβώς τη στιγμή έπεφτε στη θάλασσα. Η προσπάθεια της να φωνάξει την έκανε να φυσήξει αέρα προς τα έξω, με αποτέλεσμα να μην πάρει νερό. Οι άλλοι από το ελικόπτερο είδαν το “πλαφ” και θεώρησαν ότι χαθήκαμε και οι δύο για πάντα.

Το ελικόπτερο έκανε μερικές βόλτες πάνω από την περιοχή, και τελικά μας εντόπισε να επιπλέουμε στην επιφάνεια των παγωμένων νερών. Η μητέρα μου έμοιαζε πολύ γαλήνια. Δίπλα της επέπλεα εγώ, επίσης πολύ γαλήνιος, με κλειστά τα μάτια, και χαμογελαστός. Όταν μας έβαλαν στο ελικόπτερο, συνειδητοποίησαν έκπληκτοι πως και οι δύο αναπνέαμε κανονικά, κι ήμασταν καλά. Μας μετέφεραν στη μαιευτική κλινική της Αθήνας.

Η μητέρα μου συνήθλε πρώτη. Αφού τη βεβαίωσαν πως είμαι καλα, τη ρώτησαν πως τη γλίτωσε, και πως είναι δυνατό εγώ να είχα αποκοπεί με τόσο επαγγελματικό τρόπο από τον ομφάλιο λόρο. Η μητέρα μου τους διηγήθηκε την ιστορία.

Όταν φτάσαμε στον πάτο της θάλασσας, το κεφάλι μου άρχισε να προβάλει. Η μητέρα μου είχε ανάγκη να πάρει βαθιές ανάσες, αλλά δεν μπορούσε. Τότε εμφανίστικε ένα ψαράκι ίδιο με αυτό που ήταν σκαλισμένο στην ελαφρόπετρα. Το ψάρι αυτό κρατούσε στη μύτη του μία μεγάλη φυσαλίδα άερα, που έμοιαζε με μπάλα χριστουγενιάτικου δέντρου. Την οδήγησε προς το πρόσωπο της μητέρας μου και την άφησε να σκάσει εκεί. Αφού η μητέρα μου πήρε ανάσα, είδε κι άλλα τέτοια ψαράκια να κουβαλάνε φυσαλίδες αέρα.

Σύντομα η περιοχή του βυθού που βρισκόμασταν εμείς είχε τόσες πολλές φυσαλίδες που σχεδόν μπορούσες να αναπνεύσεις κανονικά. Τα θαλάσσια φυτά ήταν πολύ αναπαυτικά, και το θαλασσινό νερό ελαχιστοποίησε τον πόνο της γέννας. Εγώ, πάλι, ξεπρόβαλα στον κόσμο με απόλυτη φυσικότητα, χωρίς να κλάψω. Τα ψαράκια με υποδέχτηκαν, έκοψαν το σωλινάκι που με συνέδεε με το σώμα της μητέρας μου και με έμαθαν στα γρήγορα να κολμπάω. Τελικά, με οδηγήσαν και τους δύο προς την επιφάνεια. Αποκοιμηθήκαμε, λέει, κάτω από τον καυτό ήλιο.

Όσο κι αν σας φαίνεται περίεργο, πάντοτε πίστευα αυτή την ιστορία και δεν έχω σταματήσει να την πιστέυω ακόμα και σήμερα. Η λογική μου λέει πως δεν είναι παρά ένα ευφάνταστο παραμύθι, αλλά κάτι μέσα μου με κάνει να την πιστέυω περισσότερο από κάθε τι άλλο. Ίσως να οφείλεται στο ότι την άκουγα από μικρός. Ίσως, πάλι, επειδή κάπου βαθιά στην μνήμη μου θυμάμαι αυτά τα περίεργα ψαράκια με τα έντονα ανάγλυφα λέπια να με καλοσορίζουν στον κόσμο.

One comment

  1. Because many would like this story in English. Click here:

    How we found the holly grail



Leave a comment